Ο Μαρτίν Μοντόγια μίλησε στο “Radio Marca” για την παρουσία του στον Αρη και την ευκαιρία που είχε να βρει ξανά την αυτοπεποίθησή του και αυξημένο χρόνο συμμετοχής.
Αναλυτικά:
Για την μετακόμιση στην Ελλάδα: «H αλήθεια είναι πως πρόκειται για μία τελείως διαφορετική περιπέτεια. Είχα τη δυνατότητα να παίξω εκτός από την Ισπανία, στην Ιταλία και την Αγγλία. Είναι άλλη μια νέα εμπειρία για μένα. Τώρα είναι καλά. Όπως κάθε νέο ξεκίνημα στη ζωή, στην αρχή είναι δύσκολα, όταν πηγαίνεις με την οικογένειά σου σε μια νέα χώρα, όπου η γλώσσα είναι διαφορετική και πρέπει να προσαρμοστείς γρήγορα. Προς το παρόν όμως όλα είναι καλά. Είναι αλήθεια ότι είμαι πολύ χαρούμενος κι έχω προσαρμοστεί».
Για το θέμα της συνεννόησης: «Όλοι εδώ μιλούν αγγλικά. Όπου πας στη Θεσσαλονίκη. Αγγλικά και στα αποδυτήρια με το προσωπικό. Όπου πηγαίνεις, τελικά, τα αγγλικά είναι απαραίτητα, πρέπει να ξέρεις για να μπορείς να συνεννοηθείς. Τώρα ξεκινάμε να μαθαίνουμε και λίγα ελληνικά, χαλαρά, μερικές λέξεις. Είμαι τυχερός όμως γιατί στην ομάδα υπάρχουν αρκετοί Ισπανοί παίκτες. Στα αποδυτήρια είναι Χουλιάν (σ.σ. Κουέστα), ο Φραν Βέλεθ, ο Ρουμπέν Πάρντο, ο Λόρεν (σ.σ. Μορόν). Ο Μάνου Γαρθία, ο Φατόρε. Υπάρχουν κι αρκετοί ισπανόφωνοι παίκτες. Νομίζω ότι είμαστε 10-12 άτομα. Βέβαια ξεχωρίζουν ο Κουέστα και ο Βέλεθ, που έχουν πολλά χρόνια στην ομάδα. Έτσι όλα είναι πιο εύκολα, κάθε μέρα και περισσότερο. Με βοηθούν πολύ για ό,τι χρειάζομαι κι εντός, αλλά κι εκτός ομάδας».
Για τη ζωή στη Θεσσαλονίκη: «Η αλήθεια είναι πως η Θεσσαλονίκη είναι μια ωραία πόλη, με τουρισμό, που αξίζει να επισκεφθείς. Υπάρχει πολύς κόσμος, πολλά πανεπιστήμια, μοιάζει με τη Σεβίλλη. Ο κόσμος βγαίνει αρκετά έξω. Είναι μια πόλη μεγάλη και όμορφη, που έχει θάλασσα. Αλλά στο τέλος, αφού έχω εδώ την οικογένειά μου με τα τρία παιδιά μου, ο περισσότερος χρόνος ενός ποδοσφαιριστή είναι να βρίσκεται στο σπίτι. Ωστόσο μερικές φορές βγαίνουμε λίγο όταν το επιτρέπουν οι υποχρεώσεις».
Για την απόφαση να μετακομίσει στον Αρη: «Το καλοκαίρι ήταν λίγο περίπλοκο για μένα. Όταν ξέρεις ότι είσαι σε μία ομάδα, που δεν σου δίνουν ευκαιρίες, δεν σε εμπιστεύονται και σου το λένε κιόλας, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να ψάξεις να βρεις μια διέξοδο. Δεν ήταν ευχάριστο το καλοκαίρι, περιμένοντας κάθε μέρα να κληθεί ο εκπρόσωπός σου από την ομάδα για να συζητήσεις το πώς θα φύγεις. Συμβουλεύτηκα και την οικογένειά μου γιατί είναι λίγο περίπλοκο. Πέρασα τρία χρόνια στην Μπέτις κι αυτό ήταν καλό. Είναι αλήθεια ότι πέρσι έπαιξα λίγο, έμεινα εκτός λίστας UEFA. Σίγουρα θα μπορούσα να έχω αγωνιστεί λίγο περισσότερο. Έχοντας παίξει λίγα ματς, είναι δύσκολο να βρεις ένα κλαμπ να σε εμπιστευτεί, γιατί ίσως μπορεί να νομίζουν ότι σωματικά είσαι κακός. Έπρεπε να κοιτάξω την αγορά για να δω τι επιλογές μπορεί να υπάρχουν. Αυτή η επιλογή (σ.σ. Αρης) βγήκε για τον Λόρεν. Ήρθε λίγο νωρίτερα από μένα, μίλησα μαζί του, συζήτησα με τη γυναίκα μου και τον εκπρόσωπό μου και πήραμε τη δύσκολη απόφαση να έρθουμε στην Ελλάδα. Με τη σκέψη ότι το πρωτάθλημα μπορεί να μην είναι τόσο ανταγωνιστικό όπως στην Ισπανία, την Αγγλία ή την Ιταλία που έπαιξα επίσης. Αλλά στο τέλος πρέπει να πάρεις κάποιες αποφάσεις κι όλα αυτά έπαιξαν ρόλο».
Για την παρουσία του στον Αρη: «Είναι αλήθεια ότι ανέκτησα την αυτοπεποίθησή μου στην Ελλάδα. Αισθάνομαι σημαντικός και παίζω στα περισσότερα παιχνίδια. Για έναν παίκτη που δεν είχε χρόνο συμμετοχής και μόνο έξι ματς που έπαιξα πέρσι δεν ήταν εύκολο. Όταν δεν παίζεις, δεν παίζεις, δεν παίζεις. Εδώ έχω την ευκαιρία. Στον ΑΡΗ μου δίνουν την ευκαιρία να παίξω, όχι τόσο στα δεξιά, αλλά κυρίως αριστερά. Εδώ είμαι σημαντικός. Αισθάνομαι χαρούμενος που μπορώ να έχω λεπτά συμμετοχής και να νιώσω ξανά ποδοσφαιριστής. Στο τέλος, αυτό που θέλεις σε τούτο το επάγγελμα είναι να παίζεις. Ανεξάρτητα από το πόσα χρήματα κερδίζει κανείς, αν δεν αισθάνεται ότι τον εκτιμούν δεν μπορεί να συνεχίσει».
Για τους στόχους του Αρη: «Η ομάδα είναι πέμπτη αυτή τη στιγμή, αλλά έχουμε ένα μεγάλο όνειρο. Την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας, που είμαστε στον τελικό».